Φοίβος Ριμένας: Που και που χρειάζονται τα μικρά ναυάγια για να εκτιμήσεις αυτά που έχεις κατακτήσει

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΛΕΜΟΝΤΖΗ
Ο ΦΟΙΒΟΣ ΡΙΜΕΝΑΣ , ο εξαιρετικός υπαστυνόμος «Μπερτότσο» στην παράσταση «Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού», μίλησε για την πορεία του στο θέατρο στον «ΕΝΗΜΕΡΟ» και στο «kavalawebnews.gr»
Σύντομο Βιογραφικό
Ο Φοίβος Ριμένας κατάγεται από την Αθήνα Δείγμα της δουλειάς του στο θέατρο είναι οι παραστάσεις «Το τρίτο στεφάνι»(2009), «Φάουστ»(2014), «Όρνιθες» (2016), «Νίκη» (2017), «Χαρτοπόλεμος» (2017), «Απλή μετάβαση» (2019), «Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού» (2021). Στον κινηματογράφο συμμετείχε στην ταινία « Όρνιθες ή πώς να γίνεις πουλί» (2019). Στην τηλεόραση συμμετείχε στις σειρές: «Απόστολος και Μόνος» (2006), «Ψεύτης παππούς» (2008), «Χαιρέτα μου τον Πλάτανο» (2020) .
1. Διαλέξατε έναν δρόμο, ίσως μετά από αναζήτηση σε χάρτη επαγγελματικού προσανατολισμού με κατευθύνσεις προς επιστημονικούς τίτλους, αντίθετους από τα πρώτα σας «θέλω»;
Φ.Ρ. Τελειώνοντας το σχολείο είχα μία και μοναδική σιγουριά, το ότι θέλω να ασχοληθώ με το θέατρο. Είπα, τέλος το διάβασμα και η ενασχόληση με πράγματα που δεν με ενδιαφέρουν, τώρα αρχίζει ο δικός μου χρόνος, αυτό που θέλω εγώ. Έδωσα πανελλήνιες με στόχο τη θεατρολογία και δύο χρόνια μετά, παράλληλα με τις σπουδές μου, έδωσα εξετάσεις και μπήκα στη σχολή του Εθνικού Θεάτρου.
2. Ωστόσο, η πορεία σας στο επάγγελμα του ηθοποιού σας δικαίωσε; Ύστερα από (πόσα;) χρόνια, υπάρχει η σιγουριά «καλά έκανα» ή έρχονται στιγμές που αμφιβάλετε για την επιλογή;
Φ.Ρ. Για την τότε επιλογή μου δεν αμφέβαλα ούτε στιγμή. Παρά τις όποιες δυσκολίες και απογοητεύσεις ξέρω πολύ καλά πως δεν γινόταν να είχα κάνει κάτι διαφορετικό. Έχω σίγουρα ευτυχίσει και δικαιωθεί αρκετές φορές μέσα στα χρόνια αλλά στην πραγματικότητα το πόσο δικαιωμένος νιώθεις έχει να κάνει με τους στόχους σου και τις δυνατότητές σου κάθε φορά. Έτσι κι αλλιώς αυτά αλλάζουν και εξελίσσονται μέσα στο χρόνο. Οπότε και η σιγουριά για αυτό το «καλά έκανα» είναι κάτι πολύ σχετικό. Δεν ξέρω καν αν έρχεται ποτέ αυτή η απόλυτη σιγουριά για οτιδήποτε στη ζωή μας. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι, όσο πιο συχνά γίνεται, να αναρωτιόμαστε για το πόσο ευτυχισμένοι είμαστε με αυτά που έχουμε, να σκεφτόμαστε τί παραπάνω ή διαφορετικό χρειαζόμαστε και να προσπαθούμε γι’ αυτό.
3. Επιζητούν, από όσα διάβασα, συνάδελφοι δημοσιογράφοι δηλώσεις σας είτε για το έργο που συμμετέχετε είτε για θέματα ευρύτερου ενδιαφέροντος. Νιώθετε ικανοποιημένος απ΄ αυτό το «ξόδεμα»; Κι ακόμη, αυτή η «έκθεση» που έπεται της άλλης στη σκηνή, πιστεύετε ότι σας κάνει περισσότερο δημοφιλή, ξεχωριστό, ιδιαίτερο, άξιο προσοχής από συντάκτες και αναγνώστες ή είναι ένα υποχρεωτικό βήμα μέσα στην εργασιακή συνθήκη;
Φ.Ρ. Δεν μπορώ να πω πως μου αρέσουν τα πολλά λόγια, οι δηλώσεις και το ξόδεμα με όποια μορφή. Γι’ αυτό και πάντα θεωρώ πιο ουσιαστικό να μιλάμε μέσα από τη δουλειά και όχι για τη δουλειά. Απ’ την άλλη, σίγουρα χρειάζεται να συστήσουμε τη δουλειά μας στο κοινό και να το φέρουμε σε επαφή με κάτι καινούργιο. Όπως και να ‘χει όμως δε νομίζω πως χρειάζεται να μιλάμε πολύ ή να εκφράζουμε συνεχώς όλοι άποψη για τα πάντα.
4. Το θέατρο είναι ακόμη κοινωνικό λειτούργημα ή στις μέρες μας εκφυλλίστηκε μέσα από τα εκατοντάδες θεατρικά σχήματα που έχουν δράση στη χώρα; Δεδομένοι και δομημένοι θίασοι είναι ελάχιστοι σήμερα. Είναι καλό ή κακό η πληθώρα των σχολών δραματικής τέχνης; Υπάρχουν για να διδάξουν ή για να «ντοπάρουν» επ’ αμοιβή νέα παιδιά ότι έχουν ικανότητα, ταλέντο και μπορούν να διεκδικήσουν μερίδιο από τη μία πίτα και, μάλιστα, σε ανθρωποφαγικές εποχές; Μήπως αυτός είναι και ο λόγος που οδήγησε την πολιτεία να υποβιβάσει το πτυχίο σας; Γνωρίζουμε τα όσα ακολούθησαν, τα οποία δίχασαν το ευρύτερο κοινό.
Φ.Ρ. Ο υποβιβασμός των πτυχίων μας έγινε λόγω άγνοιας, αδιαφορίας και συμφερόντων και όσοι διχάστηκαν, απλώς δεν είχαν ενημερωθεί επαρκώς για το τι είχε συμβεί και τι πραγματικά ζητούσαμε και ζητάμε. Για τις Σχολές το ζήτημα δεν είναι τόσο ο αριθμός τους όσο το πρόγραμμα σπουδών και το επίπεδο της εκπαίδευσης που προσφέρουν όπως και η σοβαρότητα και η αυστηρότητα με την οποία διεξάγονται οι εξετάσεις τους. Όλοι έχουμε δικαίωμα στη γνώση, στη σπουδή, στην ευκαιρία. Από κει και πέρα ο καθένας κάνει τη δική του πορεία ανάλογα με τα εφόδια του, τις ικανότητες, την προσωπική δουλειά και την αποφασιστικότητα του. Το ίδιο ισχύει και με τα θεατρικά σχήματα. Πρέπει να δημιουργούνται συνεχώς νέες φωνές, νέοι πυρήνες, νέες ομάδες, από κει θα έρθει το καινούργιο και το διαφορετικό. Αρκεί μέσα σε αυτά οι άνθρωποι να μπορούν να δουλέψουν με αξιοπρέπεια καλλιτεχνική και οικονομική. Για όλα τα παραπάνω απαιτείται οργάνωση, ενημέρωση και σωστός κρατικός σχεδιασμός τόσο δομικός όσο και οικονομικός. Αρκεί να ευαισθητοποιηθούν επιτέλους αυτοί που πρέπει.
5. Οι εκάστοτε επιλογές από τον φορέα στον οποίο ανήκετε τώρα, ως μονάδα με ειδικό – πλέον- εκτόπισμα, «συνομιλούν» με αυτό που ζούμε ως χώρα στο 2023? 6. Έχετε ζήσει ιδεολογικά ναυάγια στην ηλικία που βρίσκεστε και στις καταστάσεις που έφερε ο χρόνος (οικογένεια, υποχρεώσεις, εργασιακές απασχολήσεις, ενδιαφέροντα); Εννοώ, αν διαψεύστηκαν εν μέρει ή εν όλω τα πιστεύω σας.
Φ.Ρ. Το πέρασμα του χρόνου αναπόφευκτα φέρνει απογοητεύσεις και διαψεύσεις. Βέβαια αυτό δεν σημαίνει ότι ήξερες ακριβώς το γιατί έκανες κάποιες επιλογές ή ότι αυτό που πίστευες ή περίμενες ήταν σωστό, ή ήταν το καλύτερο για σένα. Που και που χρειάζονται τα μικρά ναυάγια για να δεις τα πράγματα με διαφορετικό τρόπο, κυρίως να εκτιμήσεις αυτά που έχεις κατακτήσει, αλλά και πιθανόν να συνειδητοποιήσεις ότι χρειάζεσαι και κάτι άλλο καλύτερο για σένα. Έχω παλέψει πολύ με αυτές τις σκέψεις και τις συνειδητοποιήσεις και δεν είναι καθόλου εύκολο. Μόλις όμως αρχίσεις να βρίσκεις κάποιες απαντήσεις η όλη διαδικασία γίνεται απόλυτα λυτρωτική.
7. «Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού» του Ντάριο Φο, έτσι όπως σκηνοθετήθηκε από τον Γιάννη Κακλέα κι έτσι όπως παρουσιάζεται από το σύνολο των συντελεστών της παράστασης, σημειώνει τεράστια επιτυχία, όπου κι αν παίζεται. Πώς τη δικαιολογείτε εσείς; Τι ακριβώς την ξεχωρίζει και τι είναι αυτό που έλκει τόσο πολύ τους θεατές;
Φ.Ρ. Το έργο, αν και έχει αφετηρία ένα πολύ συγκεκριμένο γεγονός που συνέβη στο Μιλάνο το 1969 με θύμα τον αναρχικό Τζουζέπε Πινέλι, κάνει σύνδεση με το σήμερα με τρόπο αφοπλιστικό. Δεν είναι καθόλου δύσκολο ο καθένας από μας να αναγνωρίσει ομοιότητες με πρόσωπα γεγονότα και καταστάσεις του σήμερα παγκοσμίως και όλο αυτό ο Ντάριο Φο το πετυχαίνει με όχημα την ξεκαρδιστική φάρσα. Στην παράστασή μας η επιτυχία νομίζω ότι οφείλεται ακριβώς σε αυτήν τη σύνδεση με το σήμερα, που την πάμε και ένα βήμα πιο πέρα με τις απαραίτητες προσθήκες από τις κοινές αλλά και προσωπικές μας εμπειρίες, στο άφθονο γέλιο, το δόσιμο και την τρέλα πάνω στη σκηνή και την απόλυτα ξεσηκωτική μουσική και τα τραγούδια.
ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ