Θανάση Τριαρίδη «Έγκλημα και τιμωρία» από το ΚΘΒΕ

ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΛΕΜΟΝΤΖΗ
Βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι και σε εμπνευσμένη σκηνοθεσία Νικαίτης Κοντούρη, ανέβηκε στη Μονή Λαζαριστών μια υψηλής αισθητικής παράσταση, με μια μυστηριώδη ιστορία, μοναδική και καθηλωτική και σε μια ιδιαίτερη συνθήκη πολλαπλής ανάγνωσης
Το «Έγκλημα και Τιμωρία» έχει μεταφραστεί αμέτρητες φορές στη γλώσσα μας, ενώ το ήδη μεταφρασμένο κείμενο έτυχε αρκετών διασκευών. Το έργο αυτό, με την αφάνταστη εξέλιξη σ’ όλους τους τομείς του Πνεύματος και της Τέχνης, εξακολουθεί να παραμένει κλασικό και ανυπέρβλητο πρότυπο του ψυχολογικού μυθιστορήματος.
Μεταφρασμένο και διασκευασμένο εδώ από τον Θανάση Τριαρίδη, με προσωπικές του προσθήκες, αποδίδει όλη την ατμόσφαιρα και τη ζεστασιά του πρωτοτύπου.
Οι ήρωες του έργου: ο δαιμονικός Ρασκόλνικωφ, ο τραγικός Μαρμελάντωφ, η μαρτυρική Σόνια, η βασανισμένη Πουλχερία Αλεξάντροβνα, ο σατανικός ΠορφύριοςΠετρόβιτς, η υπέροχη Ντούνια Ρομάνοβνα, ο λάγνος Σβιντριγκάιλοφ, όλοι αιώνιοι ανθρώπινοι τύποι, στέκονται μπροστά μας, είτε έξαλλοι είτε θλιμμένοι είτε σαρκαστικοί.
Ο Θανάσης Τριαρίδης καινοτομεί και τοποθετεί στη σκηνή και τον ίδιο τον συγγραφέα.
Στην παράσταση που υπογράφει η διακεκριμένη σκηνοθέτις Νικαίτη Κοντούρη, με τη συνεπικουρία του έμπειρου Γιάννη Παρασκευόπουλου, ο κόσμος του Ντοστογιέφσκι συναντά τον όλεθρο του Ολοκαυτώματος.
Ένα νεαρός φοιτητής της Νομικής και επίδοξος συγγραφέας, στην Αγία Πετρούπολη του 1865, ο Ροντιόν Ρασκόλνικωφ, δολοφονεί με μπαλτά την γριά τοκογλύφο Αλιόνα Ιβάνοβνα – λογαριάζοντας την ως «μία ψείρα» που πρέπει να εξαλειφθεί από την ηθικό ορίζοντα της ανθρωπότητας. Καθώς δεν υπάρχουν στοιχεία για την ενοχή του, ο αστυνόμος Πορφύριος Πέτροβιτς προσπαθεί να τον πιέσει ψυχολογικά ώστε να οδηγηθεί στην ομολογία. Η Σόνια, η Διάφανη Πόρνη, έρχεται να αγαπήσει τον εφιάλτη του Ροντιόν – για να τον πάρει μέσα της και να τον μετασχηματίσει σε αγάπη. Ο Αρκάντι Σβιντριγκάιλοφ ενσαρκώνει το κυνικό κακό που κατισχύει, η Ντούνια, η αδελφή του Ρόντια, θύμα του Αρκάντι, ανασυστήνει την θυσιαστική αγάπη. Πού βρίσκεται η φύση των ανθρώπων – στον αρχέγονο φόνο ή στην επινοημένη ηθική; Υπάρχει Θεός ή όλα επιτρέπονται; Γιατί ο Ροντιόν βλέπει στο όνειρό του τους θαλάμους αερίων του Άουσβιτς; Γιατί οι άντρες σκοτώνουν και οι γυναίκες σώζουν; Και με ποια διαδρομή η Πουλχερία Ρασκολνίκοβα, η μητέρα του Ροντιόν, δίνει μια προσωπική διέξοδο στην ανθρώπινη τραγωδία που απλώνεται δίχως όρια στην συνθήκη της νεωτερικότητας;
Δημοσιευμένο από τον Φιόντορ Ντοστογιέφσκι στα 1866, το «Έγκλημα και Τιμωρία» θεωρείται το κορυφαίο μυθιστόρημα του παγκόσμιου πολιτισμού, το σημείο μηδέν της ανθρώπινης πνευματικότητας. Στον Ρασκόλνικωφ συναντιούνται ο Χριστός με τον Διάβολο, ο Άμλετ με τον Υπεράνθρωπο, ο Δον Ζουάν με τον Γκρέγκορ Σάμσα. Στην Σόνια περιέχεται όλη η χαμένη ανθρωπότητα που σφαγιάστηκε χωρίς ελπίδα, που κλείστηκε μέσα σε θαλάμους αερίων, που έγινε καπνός σε καμινάδες κρεματορίων κι όμως, πέρα από κάθε λογική προσδοκία, γυρεύει να δικαιωθεί όχι δια της εκδίκησης αλλά με την αγάπη.
Στη θεατρική μεταφορά του Θανάση Τριαρίδη η δράση συναιρείται σε οχτώ πρόσωπα, ενώ στη σκηνή βρίσκεται και ο ίδιος ο Ντοστογιέφσκι, ως ένας από τους πρωταγωνιστές του εφιαλτικού σύμπαντος. Μέσα στο έργο ανακαλείται προφανώς ο Άμλετ (ως συνδεόμενο όριο με τον Ρασκόλνικωφ), η Κόλαση του Δάντη, ο Νίτσε, ο Φρόιντ και ο Κάφκα (που ορίζουν την εποχή του Χάους, συνεπώς και κάθε σύγχρονη ανάγνωση του κόσμου πριν από αυτήν).
Στον τρόπο που η Πουλχερία γίνεται δραματουργικά το πρόσωπο-κλειδί του έργου, προφανώς, αντανακλάται η κοσμοθεωρία του Αντρέι Ταρκόφσκι που στις ταινίες του καταπιάστηκε με την πολιτική και τον Χριστιανισμό, την επιστημονική φαντασία και τη μεταφυσική, φτιάχνοντας ένα ολόκληρο σύμπαν εικόνων, στοχασμού και ποίησης.
Τέλος, στα όνειρα του Ρασκόλνικωφ και της Σόνιας γίνεται η σύνδεση που χαρακτηρίζει όλη την δραματουργία του Τριαρίδη: Οι Θάλαμοι Αερίων του Άουσβιτς εισβάλλουν κυρίαρχοι, ως διαρκής εφιάλτης του μέλλοντος. Σύμφωνα με την πάγια θέση του Τριαρίδη, μετά το Άουσβιτς δεν μπορούν να υπάρξουν οι μεγάλες καταστατικές αφηγήσεις της ανθρωπότητας, δίχως να το συμπεριλάβουν στο πλέγμα τους.
Η σκηνοθέτιδα Νικαίτη Κοντούρη γράφει στο σημείωμά της: «κανένας συγγραφέας δεν ωθεί τους ήρωές του στην άκρη των εσωτερικών γκρεμών τους, σαν τον Ντοστογιέφσκι. Έμπλεοι πάθους, οργής, συναισθηματικής ταραχής και ψυχικού βρασμού, εμμονικής πίστης και υπέρτατης ανάγκης για Δικαιοσύνη, αποδέκτες μιας σκληρής καθημερινότητας, γεμάτης καταστολή και τρόμο, φοβισμένοι και σπάνια ελεύθεροι, οι χαρακτήρες του εμβληματικού συγγραφέα συναντούν τον συμπαγή ιδεολογικό κόσμο του Θανάση Τριαρίδη και μεταλλάσσονται σε θυσιαστικούς αμνούς της τραγωδίας του ανθρώπου».
Η ομορφιά και η γοητεία στο έργο του Ντοστογιέφσκι έγκειται κυρίως στην αληθινή και ειλικρινή απεικόνιση της ανθρώπινης ψυχολογίας. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Ζωγραφίζεται, επίσης, μια πιστή εικόνα των διαφορετικών τάξεων της ρωσικής κοινωνίας. Τα δύο στοιχεία συνδυασμένα παράγουν τόσο ρεαλιστικές ιστορίες, ώστε ξεπερνούν τη μυθοπλασία.
Η υπόθεση διαδραματίζεται στην Αγία Πετρούπολη και η κύρια πλοκή περιστρέφεται γύρω από το διπλό φονικό που διαπράχθηκε από τον πρωταγωνιστή Ρασκόλνικωφ. Ο ίδιος χαρακτηρίζεται ως περήφανος και εγωιστής άνθρωπος, με ιδιαίτερες ιδέες για την ηθική. Από τη μια δικαιολογεί τον εαυτό του για τη διάπραξη του εγκλήματος, λέγοντας ότι το θύμα – γυναίκα τοκογλύφος- είναι άτομο χωρίς αξία, αλλά από την άλλη επιβαρύνεται με ενοχές. Οι αντικρουόμενες ιδέες του τον βασανίζουν συνεχώς.
Είναι εκπληκτικό το πως ο Ντοστογιέφσκι διεισδύει στο διαταραγμένο μυαλό. Το μαρτύριο που περνά ο ήρωάς του κατά τον σχεδιασμό, τη στιγμή της διάπραξης του φόνου και στο μετά, απεικονίζεται με τέτοια ακρίβεια που, αν και δε μπορεί κανείς να τον συγχωρήσει για το έγκλημα που έχει διαπράξει, είναι δύσκολο να μη τον λυπηθεί.
Το ΚΘΒΕ με μια επιμελημένη, υψηλής αισθητικής, έξοχα μεθοδική, σχεδόν επιστημονική δουλειά μιας ολόκληρης ομάδας ανθρώπων πάνω και κάτω από τη σκηνή, με ηνίοχο την σκηνοθέτρια Νικαίτη Κοντούρη, μας ανοίγει πόρτες σε μια κοινωνία που τα πάντα μένουν ατιμώρητα, επειδή ο ταπεινής καταγωγής Ρασκόλνικωφ δημιουργεί μια δική του κοσμοθεωρία: οι άνθρωποι χωρίζονται σε δύο κατηγορίες, τους απλούς και τους υπεράνθρωπους. Οι δεύτεροι και «εκλεκτοί» έχουν έρθει στον κόσμο για να τον προάγουν, άρα κάθε έγκλημά τους συγχωρείται. Κατηγορία, όπου ανήκει και ο ίδιος και μετά τη δολοφονία δύο προσώπων, η τιμωρία του, πέρα από τις κοινές που επιβάλλονται από τον πειθαρχικό κώδικα, είναι βαθύτερη.
Ακολουθεί μια πορεία παραληρηματικής αποσύνδεσης του Ρασκόλνικωφ από τον εαυτό του, μια ψυχολογική αποδιοργάνωση (με τον συγγραφέα παρόντα), ο οποίος θύτης και θύμα συγχρόνως, προβάλλει την υπαρξιακή του αγωνία σε έναν κόσμο ζοφερό και θέτει το εσώψυχό του πρόβλημα προς επίρρωση των λόγων του.
Η σκηνοθέτις Νικαίτη Κοντούρη, με οδηγό την άποψη Τριαρίδη που εστιάζει στο δίπολο Καλό-Κακό κάνοντας το προσφιλές του περπάτημα στον ναζισμό και στο Ολοκαύτωμα, εξετάζει τον ανθρώπινο χαρακτήρα, τον ψυχισμό, την επιλογή του λάθους και του σωστού, το πού μπορούν να μας οδηγήσουν οι επιλογές μας: παράνοια, ενοχές, γαλήνη, ηρεμία και προβληματισμοί. Πόσο μακριά μπορεί να φτάσει ο καθένας και πόσο μπορεί να αντέξει;
Η παράσταση βρίθει ευρημάτων, υπαινιγμών, πολλαπλών επιπέδων ανάγνωσης από το κοινό. Σταχυολόγησα μερικά πνευματώδη σκηνοθετικά διαμάντια. Στη συνομιλία Ρασκόλνικωφ με τον αγαπημένο του φίλο Ραζουμίχιν, σε μια άκρη της σκηνής ένας «Δάμων» συναγελαζόταν χαριτολογώντας με έναν «Φιντία», ενώ στην αντίστοιχη εγκάρδια συνομιλία της μάνας Πουλχερίας με την πόρνη Σόνια, δυο κοπέλες απέναντί τους, φρόντιζε η μια την άλλη.
Ακόμη, συγκλονιστική η σκηνή του νανουρίσματος της Σόνιας, καθώς τραγουδά σπαραξικάρδια (…κι αν έχεις χέρια τρομερά για να κρατάς μαχαίρι, για να λιανίζεις τους λαιμούς και να σκορπάς το αίμα), στο αχνοφώτιστο φόντο – θέατρο σκιών, οι γυμνοί μελλοθάνατοι του Άουσβιτς οδηγούνται στο κρεματόριο.
Θα προσθέσω και την ανατριχιαστική σκηνή του θανάτου της Πουλχερίας, έξοχο δάνειο από αρχαία ελληνική τραγωδία, εκπληκτική σύλληψη και εκτέλεση ιδέας από τη σκηνοθέτιδα.
Πολλή δουλειά και από την ίδια και από τους συνεργάτες της, βαθιά μελέτη στο έργο του Ντοστογιέφσκι, ενδελεχής ανάλυση της ψυχοσύνθεσης του ήρωα, καθοδήγηση του καστ στη σωστή οδό ερμηνείας των ιδιαίτερων χαρακτήρων και μια ιδανική διανομή ρόλων.
Πορφύριος Πετρόβιτς: μια εντυπωσιακής ακρίβειας, με σωστά υλικά δομημένη ερμηνεία, από έναν στιβαρό και χαρισματικό Χρίστο Στυλιανού. Ο Αστυνόμος γίνεται εμμονικός με την ανακάλυψη του ενόχου. Δουλεύει, παλεύει, αυτοκυριαρχείται αλλά και φοβάται μην του ξεφύγει ο ένοχος, και φοβίζει. Απειλεί ευθέως τους ανθρώπους που ανακρίνει στο γραφείο του. Ξέρει ότι τα θύματα ήταν «παράσιτα», αλλά θεωρεί αποστολή του να επιβάλλει την τάξη. Φτάνει στα άκρα προκειμένου να αναγκάσει τον Ρασκόλνικωφ να ομολογήσει. Τάζει λεφτά μέχρι στον ίδιο τον Ντοστογιέφσκι, που ένα έξυπνο εύρημα του Τριαρίδη τον φέρνει επί σκηνής να παρακολουθεί τις ανακρίσεις του Αστυνόμου, βοηθώντας τον να αποσπάσει την ομολογία του ενόχου.
Ροντιόν Ρασκόλνικωφ: Σωτήρας -όπως τον βλέπουν οι τρεις γυναίκες της ζωής του- ή σαλεμένος μεγαλομανής; Οξείας αντίληψης άνδρας , προικισμένο μυαλό και μεγάθυμος, που σκοτώνει για να κάνει καλό στον κόσμο ή ιδεοληπτικός κι άλλος ένας εγκληματίας ανάμεσα στους τόσους;
Ο φοιτητής που μεγάλωσε μέσα σε τρομαχτική στέρηση, οικονομική, δικαιωμάτων κι αξιοπρέπειας στη ζωή, φτάνει να πιστεύει ότι δικαιούται να εγκληματήσει κατά του απροκάλυπτα κακού. Είναι κυνικός. Αδιαπέραστος. Άκαμπτος στις ανακρίσεις του Αστυνόμου. Μέχρι τη στιγμή που λυγίζει.
Τότε αρχίζει η αγωνιώδης κατάδυση στα μύχια της ψυχής του. Ο Ντοστογιέφσκι δεν έγραψε το έργο για να περιγράψει απλώς την αθλιότητα που έβλεπε ο Ρασκόλνικωφ γύρω του, αλλά για να καταγράψει τις σκοτεινές διαδρομές του μυαλού του, μετά τη συνειδητοποίηση της ενοχής του.
Ο νεαρός Δημήτρης – Τάρικ Ελ Φλάιτι μάς δίνει έναν Ρασκόλνικωφ πειστικό, μέσα από μια σειρά παραδοξότητες. Εμφανίζεται αψύς, αλλά και ταραγμένος. Σπλαχνικός και βίαιος. Καλός και κακός. Λογικός και τρελός. Θαρραλέος και φοβισμένος. Μας αφήνει να δούμε τις ψυχικές μεταπτώσεις ενός ανθρώπου που περνάει από τον κυνισμό στον οποίο τον εξωθεί η επιβίωση, στα όρια της τρέλας, αλλά και στη μεταμέλεια.
Η Σόνια τη Ελίζας Χαραλαμπογιάννη είναι η πόρνη με την αμόλυντη καρδιά, που δαιμονίζει το μυαλό του Ροντιόν. Η πορνεία και η εξαθλίωση δεν αλλοιώνουν την παιδική της ματιά στον δύσκολο κόσμο που την περιβάλλει. Με ανεξάντλητη τρυφερότητα και πίστη στο καλό στέκεται απέναντι σε όλους. Από τους βίαιους ανθρώπους του πεζοδρομίου μέχρι τον Ρασκόλνικωφ, του οποίου αποτελεί την προσωπική του ρωγμή, δίνοντάς του την ευκαιρία να καταλάβει πως μόνο μέσα από την καταβύθιση στα υπόγεια της ύπαρξής του μπορεί να αποδεχθεί την τιμωρία και να βιώσει την εν ζωή ανάσταση. Καθόλου τυχαίο που η αγαπημένη «Ανάσταση» της Σόνια στην Αγία Γραφή είναι αυτή του Λαζάρου και όχι του Χριστού.
Σημαντική, μεστή και συγκινητική η ερμηνεία της σπουδαίας Έφης Σταμούλη, ως Πουλχερία – μάνα. Πονάει, υποφέρει, πιστεύει στην αθωότητα του γιου της, εκλιπαρεί τον αστυνομικό για την απαλλαγή του από τη κατηγορία του φονιά, μα μεταλλάσσεται σε λέαινα όταν μαθαίνει την αλήθεια. Σπαρακτική, ανθρώπινη, αληθινή. Καθηλώνει την αιθουσα με την υποκριτική της δεινότητα.
Ο Στέλιος Καλαϊτζής είναι ο Σβιντριγκάιλοφ σε μια ερμηνεία χειμαρρώδη, πολυεπίπεδη. Κυνικός άντρας, έκφυλος και θρασύς που βιάζει, σκοτώνει την πλούσια γυναίκα που παντρεύτηκε κι ανερυθρίαστα εκβιάζει. Δεν έχει ηθικούς φραγμούς ούτε ενοχές. Είναι απεχθής, χαμερπής και μόνος, ως την ώρα που δίνει τέλος στη ζωή του. Πραγματικά, άξιος θαυμασμού ο έμπειρος ηθοποιός.
Ερμηνευτικά ακριβής ο Δημήτρης Φουρλής, ως χαρισματικός αλλά και νευρωτικός Ντοστογιέφσκι.
Υποθέτω ότι τον Τριαρίδη απασχόλησε η εσωτερική ομιλία του Ρασκόλνικωφ, η οποία περιέχει ερωτήσεις προς αόρατους συνομιλητές, τις πιθανές απαντήσεις τους και τη διαμάχη που προκύπτει μεταξύ τους. Ο ήρωας στο κείμενο, συνήθως, απευθύνεται στους «εσωτερικούς» αντιπάλους του ανεπίσημα και πολύ επιπόλαια. Ένας ακόμη λόγος που ισχυροποιεί τη θέση του συγγραφέα στη σκηνή.
Πολύ ενδιαφέρουσα και η παρουσία του Δημήτρη Καυκά, ως Ραζουμίχιν.
Θαυμάσιο ανσάμπλ οι ηθοποιοί που ενσωματώνονται στη δραση και υποκρίνονται με στρατιωτική πειθαρχία στους επί μέρους ρόλους. Δημιουργούν μια εικαστική πανδαισία με την κίνησή τους και τη διάταξή τους σε ολόκληρο το εύρος της σκηνής.
Η διασκευή του Θανάση Τριαρίδη σταματά τη στιγμή που ο Ρασκόλνικωφ αποφασίζει να αναλάβει την ευθύνη της πράξης του και να κάνει το «πέραν της λογικής» άλμα στην πίστη.
Η Νικαίτη Κοντούρη επιχειρεί «ανέγερση οικοδομήματος» με υψηλό βαθμό δυσκολίας. Επεξεργάζεται -μαζί με τον Γιάννη Παρασκευόπουλο – δραματουργικά το μεστό κείμενο του Τριαρίδη και ενορχηστρώνει τους βασικούς χαρακτήρες του έργου με τρόπο τέτοιο, ώστε δεν υπάρχει νοηματικό κενό στην εξέλιξη. Παράλληλα, αξιοποιεί εύστροφα το σύνολο και μας χαρίζει εικόνες κινηματογραφικές.
Ακροβατώντας πάνω σε εξαιρετικά αμφίρροπες γέφυρες, πραγματεύεται τον γρίφο: τι μπορεί να σημαίνει μία πράξη αυτοδικίας σήμερα και πόσο νομιμοποιείται κάποιος να αυτοδικήσει προκειμένου να εξυγιάνει μία ολόκληρη κοινωνία, αλλά και πόσο μπορεί να επιτευχθεί μία εν ζωή ανάσταση;
Πάμπολλοι οι συμβολισμοί και οι ιδεολογικές προεκτάσεις του έργου. Αρκεί να παρατηρήσει κανείς το επιβλητικό σκηνικό της Ευαγγελίας Κιρκινέ, ένα άχρονο τοπίο γκρίζο, φονικό, του πάγου, με σιδερένιες σκάρες στο δάπεδο και στο φόντο της σκηνής να δεσπόζουν τεράστια μουντά πετάματα που, όταν ανάβει φως πίσω τους, μετατρέπονται σε θέατρο σκιών με συνταρακτικές δράσεις. Τα κοστούμια της, σε μιλιταριστικό στιλ, συμπληρώνουν το δυστοπικό τοπίο όπου κινούνται οι άνθρωποι ζυγίζοντας τα βήματά τους, αναλόγως τη βαρύτητα των λόγων τους.
Όλα μοιάζουν υγρά και σκοτεινά. Οι φωτισμοί της Μελίνας Μάσχα εντείνουν αυτήν την ατμόσφαιρα, ενώ οι διακριτικοί αλλά πανταχού παρόντες ήχοι του Μάνου Μυλωνάκη, συντελούν ακόμη περισσότερο στο αρμονικό τελικό αποτέλεσμα.
Νευραλγική και ιδιαιτέρως βοηθητική στην αφηγηματική ροή η συμμετοχή του τραγουδιού του Γιάννη Αγγελάκα, σε δικούς του στίχους και με τον ιδιαίτερο τρόπο ερμηνείας του. Την υπέροχη μουσική που ντύνει την παράσταση υπογράφει ο νέος συνθέτης Μάνος Μυλωνάκης.
Πρόκειται για ένα έργο πολυπρόσωπο, πολύπλευρο από τη φύση του αλλά και πολύπλευρα ιδωμένο, που θα σταθεί αφορμή να εμβαθύνετε όσο επιθυμείτε στις συνθήκες και τους λόγους που το δημιούργησαν -τότε και τώρα.
Φέρει χαρακτηρισμούς όπως: αστυνομικό-ψυχογραφικό-φιλοσοφικό έργο, που στο τέλος του το κοινό θεωρεί τους χαρακτήρες οικεία πρόσωπα και οι ιδέες του ήρωα, θα στροβιλίζονται για καιρό στο μυαλό των θεατών, μετά την αυλαία.
Θα ήταν ευχής έργον, αυτή η σημαντική δουλειά να περιόδευε τη χώρα το καλοκαίρι. Τη φαντάζομαι στο αρχαίο θέατρο Φιλίππων να την επευφημεί το κοινό όρθιο στο κοίλο.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Πρωτότυπη Θεατρική Μεταφορά: Θανάσης Τριαρίδης
Σκηνοθεσία: Νικαίτη Κοντούρη
Συνεργάτης Σκηνοθέτης: Γιάννης Παρασκευόπουλος
Κοστούμια- Σκηνικά: Ευαγγελία Κιρκινέ
Μουσική: Μάνος Μυλωνάκης
Τραγούδι παράστασης: Γιάννης Αγγελάκας
Χορογραφία: Τάσος Παπαδόπουλος
Φωτισμοί: Μελίνα Μάσχα
Βοηθός σκηνογράφου- ενδυματολόγου: Σόνια Καϊτατζή
Οργάνωση παραγωγής: Αθανασία Ανδρώνη
Φωτογραφίες: MikeRafail | Thatlongblackcloud
Διανομή:
Δημήτρης – Τάρικ Ελ Φλάιτι (Ρασκόλνικωφ), Ελίζα Χαραλαμπογιάννη (Σόνια), Φανή Καλογήρου Βαλτή (Ντούνια), Χρίστος Στυλιανού (Πορφύριος), Στέλιος Καλαϊτζής (Σβιντριγκάιλοφ), Δημήτρης Φουρλής (Ντοστογιέφσκι), Δημήτρης Καυκάς (Ντιμίτρι Ραζουμίχιν), Έφη Σταμούλη (Πουλχερία)
Φίλοι, Κατάδικοι, Θαμώνες Ταβέρνας, Κλώνοι των Ηρωίδων και των Ηρώων:
Λίλη Αδρασκέλα, Αγγελική Κιντώνη, Νίκος Κουσούλης, Εύη Κουταλιανού, Τίτος Μακρυγιάννης, Φαμπρίτσιο Μούτσο, Χριστίνα Μπακαστάθη, Γιάννης Παρασκευόπουλος, Μαρία Νεφέλη Παρασκευοπούλου, Νίκος Τσολερίδης, Στέλιος Χρυσαφίδης
ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ