Είδαμε το «ΥΠΑΡΧΩ» του Γιώργου Τσεμπερόπουλου
ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΛΕΜΟΝΤΖΗ
Είναι μια καλοφτιαγμένη, καλοστημένη, καλογυρισμένη ταινία με μπόλικη φιλοδοξία σε επίπεδο εγχώριου box office και βραβείων. Το θέμα αφορά τη ζωή του εμβληματικού τραγουδιστή Στέλιου Καζαντζίδη με την πλατιά αναγνώριση του ταλέντου του, αξιαγάπητου λόγω της καταγωγής του και μοναδικού, ως προς το απίστευτο εύρος και μέταλλο της φωνής του.
Όλα τα στοιχεία μοιάζουν να βρίσκονται στη θέση τους. Και, πράγματι, η ταινία αρέσει πολύ στο κοινό, τα πηγαίνει πάρα πολύ καλά στα εισιτήρια και κατά κύριο λόγο έχει αποσπάσει αποθεωτικές κριτικές από τους θεατές.
Το σενάριο της Κατερίνας Μπέη φέρνει τον ιταλικό νεορεαλισμό, εφόσον βασίζεται σε αληθινά συμβάντα, τα οποία χειρίζεται η δεξιοτεχνία του σκηνοθέτη με αμεσότητα. Η υπόθεση διαδραματίζεται με χρονικά άλματα και συγκεκριμένους τόπους, σαν ντοκιμαντέρ. Δεν πρόκειται για ιστορία που θα μπορούσε να θεωρηθεί διαχρονική, αλλά έχει πελώριο κοινωνιολογικό αντίκτυπο.
Ο ήρωάς της είναι πρόσωπο με καθολική αναγνώριση ως προς την καλλιτεχνική του αξία, αλλά έχει και χαρακτηριστικά αρνητικά που, ίσως, τον κάνει σε μερικά σημεία αντιπαθή στον σύγχρονο κόσμο μας.
Ο σπουδαίος σκηνοθέτης Γιώργος Τσεμπερόπουλος κάνει focus στο σημαντικό για τον χαρακτήρα στοιχείο, που είναι να εκτελεί πειστικότατα τον κοινωνικό του ρόλο στη δίωρη διάρκεια της ταινίας, έτσι ώστε να εικονογραφηθεί και να ερμηνευτεί η πολυτάραχη ζωή τού καλλιτέχνη, το κοινωνικό status μιας εποχής, όπου κυριαρχούσε ο πατέρας αφέντης και, εν προκειμένω, η δεσποτική μητέρα, αλλά με σεβασμό, ρεαλισμό και αλήθεια, χωρίς να αγιοποιεί τον ήρωά του.
Ταυτόχρονα, εστιάζει με έμφαση και στα κυρίαρχα κοινωνικά σημάδια της περιόδου της ανέλιξης του Καζαντζίδη από άσημο προσφυγόπουλο σε δυναμικό άρχοντα της νύχτας: τσιγάρο στο σπίτι, στη δουλειά, στα νυχτερινά κέντρα, στη ρομαντζάδα, στο στούντιο, γυναικοκατάκτηση, έκρυθμες ακραίες καταστάσεις κάθε που μιλάει το πιοτό, οδυνηρό παρασκήνιο για τους τραγουδιστές μέσα στις δισκογραφικές εταιρείες, εκτόνωση του μετανάστη στα ελληνόφωνα μαγαζιά της ξενιτιάς.
Παράλληλα με τα προσωπικά μονοπάτια του κοσμαγάπητου λαϊκού βάρδου, ο έμπειρος σκηνοθέτης κινείται με ευελιξία γύρω από τον μεγάλο αγώνα του να απολαμβάνουν ποσοστά επί των πωλήσεων όλοι οι συντελεστές ενός δίσκου, αγώνας που τον καθιστά τον πρώτο τραγουδιστή – σύμβολο, που άνοιξε τον δρόμο για τη διεκδίκηση ποσοστών από τους καλλιτέχνες. Επιπλέον, δεν παραλείπει την πολιτική κατάσταση στη χώρα κατά την περίοδο της εμφυλιοπολεμικής σύρραξης, όπου δολοφονείται ο πατέρας Καζαντζίδης από τους Χίτες.
Η μεγάλη έκπληξη είναι ο εξαιρετικός Χρήστος Μάστορας. Ιδανική επιλογή για τον ρόλο. Είναι ένας υπέροχος «Στέλιος Καζαντζίδης», πολύ κοντά στη μορφή και στη φωνή του. Χωρίς να είναι ηθοποιός ερμηνεύει όλες τις πτυχές της προσωπικότητας του ειδώλου των λαϊκών τραγουδιών, του ποντιακού πληθυσμού, των επιγόνων των προσφύγων, με πειθώ και συναίσθημα. Άξιος επαίνων.
Ο Στέλιος Καζαντζίδης στην σχεδόν 50χρονη δισκογραφική του διαδρομή του πραγματοποίησε περίπου 1000 επίσημες ηχογραφήσεις. Αριθμός ρεκόρ αν σκεφτεί κανείς τις κατά καιρούς δισκογραφικές παύσεις του με αποκορύφωμα την 12χρονη σιωπή του στο διάστημα 1975-1987.
Στην ταινία ακούγονται από τη φωνή του Χρήστου Μάστορα μεγάλες επιτυχίες του λαϊκού ινδάλματος Ελλήνων, όπου γης, όπως: «Δε θα ξαναγαπήσω», «Βραδιάζει», «Πάρε τα χνάρια μου», «Το τελευταίο βράδυ μου», «Πριν το χάραμα» και τόσα άλλα, με κορυφαία σκηνή την ερμηνεία του Μάστορα α καπέλα στο ησυχαστήριό του στον Αγ. Κωνσταντίνο, καθώς αποδίδει ανατριχιαστικά το «Αγριολούλουδο» σ’ ένα μαγευτικό και ποιητικό πλάνο του Γιώργου Τσεμπερόπουλου.
Φυσικά, παρελαύνουν από την κάμερα και διαδραματίζουν ενεργό και σημαντικό ρόλο στην πορεία του μεγάλου καλλιτέχνη οι γυναίκες της ζωής του, με τη μητέρα του κυρα- Γεθσημανή, να κρατά την περίοπτη θέση στην καρδιά και στο μυαλό του, την οποία ερμηνεύει έξοχα η Αγορίτσα Οικονόμου.
Η Κλέλια Ρένεση είναι η Καίτη Γκρέυ, πληθωρική γυναίκα, τρελά ερωτευμένη μαζί του, αλλά οι συγκυρίες και το άστατο μεν, εκρηκτικό δε ταπεραμέντο του αρσενικού παλιάς κοπής, την αφήνουν στο περιθώριο και βάζουν στο πλάι του τη Μαρινέλα, που ερμηνεύει η Ασημένια Βουλιώτη.
Ζουν μαζί έναν θυελλώδη έρωτα για δέκα περίπου χρόνια, ώσπου η Μαρινέλα επαναστατεί και ξεφεύγει από τη σκιά του Καζαντζίδη.
Συνεργάστηκαν με τα σπουδαιότερα ονόματα του λαϊκού τραγουδιού της εποχής: Παπαϊωάννου, Δερβενιώτης, Χιώτης, Κολοκοτρώνης, Βίρβος, Μπακάλης, Πυθαγόρας, αλλά και Θεοδωράκης και Χατζιδάκις, ώσπου σίγησε το αηδόνι με τον ατσάλινο εγωισμό, για να τον ξαναφέρει στο στούντιο ο Άκης Πάνου. ¨
Ο Χρήστος Νικολόπουλος και ο Πυθαγόρας γράφουν το «Υπάρχω», ο Καζαντζίδης γοητεύει και συγκινεί και πάλι τα πλήθη, αλλά η παρακμή είχε ήδη αρχίσει. Το «Υπάρχω» έγινε μέχρι ετικέτα προϊόντος και τώρα είναι τίτλος ταινίας που αξίζει να δείτε, επειδή ο σπουδαίος Γιώργος Τσεμπερόπουλος τον προσεγγίζει με σεβασμό, αναδεικνύει τη λεβεντιά του, την απαξίωσή του για τα πλούτη και τη δόξα, δείχνει ότι ο Καζαντζίδης έζησε με αξιοπρέπεια και πάλεψε όχι μόνο για τον εαυτό του, αλλά και για τους άλλους καλλιτέχνες , εφόσον εναντιώνεται στα μονόπλευρα συμφέροντα των εταιρειών στις πωλήσεις δίσκων.
Ο βραβευμένος σκηνοθέτης είχε δηλώσει πριν την επίσημη πρεμιέρα της ταινίας: «Είναι πολλά τα πράγματα που μπορεί να τραβήξουν το βλέμμα και το ενδιαφέρον σε μια ταινία για τον Στέλιο Καζαντζίδη, αλλά εγώ δεν μπορούσα να σταματήσω να κοιτάω τις λεπτομέρειες. Τα πρόσωπα των κομπάρσων. Τα ζευγάρια παπούτσια που τόση σημασία έχουν για το οικονομικό status των φτωχών ηρώων. Το πώς τα τραπέζια σε μια ταβέρνα έχουν πάνω τους μια διαρκή κίνηση και φασαρία, με πιάτα, με φαγητά, με ποτήρια που γεμίζουν κι αδειάζουν κρασί.
Δεν μπορούσα να σταματήσω να παρατηρώ, το πώς η ταινία παρατηρεί».
Στο «Υπάρχω», που σαρώνει στις εισπράξεις, ερμηνευμένος με μια ατόφια αίσθηση αφοσίωσης και χαρακτήρα από τον υπέροχο Χρήστο Μάστορα, πάνω σε ένα σενάριο της βετεράνου της κινηματογραφικής βιογραφίας Κατερίνας Μπέη, πρωταγωνιστής είναι ένας ήρωας που κινείται με γοητεία, ταλέντο και επιμονή, μέσα σ’ έναν κόσμο που μοιάζει ασφυκτικά κλειστός για να τον χωρέσει. Έχει εντός του υπαρξιακά βαρίδια και μια μελαγχολία στην ψυχή του, που καταγράφονται περίτεχνα στον φακό του Γιάννη Δακουλαράκου.
Την ιστορία του αφηγείται ο ίδιος ο Καζαντζίδης στη ψαρόβαρκά του, όταν φιλοξενεί εκεί στην ερημιά του με συντροφιά την τελευταία του σύζυγο Βάσω (Άννα Συμεωνίδου), τον δημοσιογράφο Γιώργο Λιάνη, τον οποίο υποδύεται ο Δημήτρης Καμπουράνης.
ΥΠΑΡΧΩ
Σκηνοθεσία: Γιώργος Τσεμπερόπουλος
Σενάριο: Κατερίνα Μπέη
Φωτογραφία: Γιάννης Δακουλαράκος
Μοντάζ: Γιάννης Τσιτσόπουλος
Μουσική: Μίνως Μάτσας
Ήχος: Γιάννης Αντύπας, Άρης Λουζιώτης, Κώστας Βαρυμπομπιώτης
Σκηνικά: Αντώνης Δαγκλίδης
Κοστούμια: Μαρία Κοντοδήμα
Παραγωγοί: Διονύσης Σαμιώτης
Ηθοποιοί: Χρήστος Μάστορας (Στέλιος Καζαντζίδης), Ασημένια Βουλιώτη (Μαρινέλλα), Αγορίτσα Οικονόμου (Γεσθημανή Καζαντζίδη), Κλέλια Ρενέση (Καίτη Γκρέυ), Δημήτρης Καμπουράνης (Γιώργος), Άννα Συμεωνίδου (Βάσω Καζαντζίδη), Γιώργος Καραμίχος (Μάκης Μάτσας), Νίκος Ψαρράς (Τάκης Λαμπρόπουλος)
Χώρα παραγωγής: Ελλάδα
Έτος παραγωγής: 2024
Χρώμα: έγχρωμη
Είδος: βιογραφία, τραγωδία, μουσική
ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ